καλκάνι

From LSJ

Φίλιππον ἐπιστῆσαι τοῖς πράγμασι τούτοις → let Philip have a hand in the business, surrender control to Philip

Source

Greek Monolingual

το
1. είδος ψαριού
2. ναυτ. η κορώνη του πλοίου
3. (για οικοδομές) τα τρίγωνα της στέγης.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τουρκ. kalkan].