κανελόδεντρο

From LSJ

εἰργόμενον θανάτου καὶ τοῦ ἀνάπηρον ποιῆσαι → excluding death and maiming, short of death or maiming

Source

Greek Monolingual

και κανελλόδεντρο, το
εμπορική ονομασία τών δένδρων που παράγουν κανέλα και ιδίως του δένδρου κιννάμωμο.