καταντιπέραν

From LSJ

French (Bailly abrégé)

ou mieux. κατ' ἀντιπέραν;
c. καταντιπέρας.

Russian (Dvoretsky)

καταντιπέραν: и κατ᾽ ἀντιπέραν adv. напротив (οἰκεῖν Luc.).