καταπεριίστημι

From LSJ

Ἥξει τὸ γῆρας πᾶσαν αἰτίαν φέρον → Veniet senectus omne crimen sustinens → Bald kommt das Alter, das an allem trägt die Schuld

Menander, Monostichoi, 209

Greek Monolingual

καταπεριίστημι (Α)
στέκομαι γύρω γύρω από όλες τις πλευρές, περιβάλλω, περικυκλώνω.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κατ(α)- + περι-ίστημι «στέκομαι γύρω γύρω»].