καταπότι

From LSJ

εἰρήνη ἡ ὑπερέχουσα πάντα νοῦν → peace that surpasses all understanding

Source

Greek Monolingual

το (AM καταπότιον) καταπότης
φάρμακο από ζυμωμένες στερεές ουσίες σε σχήμα σφαιριδίου που δίνεται για εσωτερική χρήση και λαμβάνεται με κατάποση, χάπι.