κατευόδιο
From LSJ
φιλοτιμία καλεῖ τέχν' ὑπερόντα κτλ. → ambition for honor is calling superior sons ... (Inscription on church wall, Constantinople)
φιλοτιμία καλεῖ τέχν' ὑπερόντα κτλ. → ambition for honor is calling superior sons ... (Inscription on church wall, Constantinople)
και καταυόδιο, το (Μ κατευόδιο[ν] και καταυ[γ]όδιον) κατευοδώ
1. καλό ταξίδι
2. αίσια έκβαση, επιτυχία
νεοελλ.
(συν. ως ευχή) στο καλό, καλό δρόμο, καλό ταξίδι («σού εύχομαι κατευόδιο»)
μσν.
(ως επίρρ.) με καλό ταξίδι.