κατωμαγούλα

From LSJ

ἑλλέβορον ἤδη πώποτ' ἔπιες → did you ever drink hellebore at any point, did you ever drink hellebore, have you ever taken medication for mental illness, are you mad, you are mad, what are you on

Source

Greek Monolingual

κατωμαγούλα και καταμαγούλα, ἡ (Μ)
φαγητό που παρασκευαζόταν από την κάτω σιαγόνα του χοίρου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κάτω + μαγούλα. Ο τ. καταμαγούλα με αφομοίωση].