Ποιητὴς, ὁπόταν ἐν τῷ τρίποδι τῆς Μούσης καθίζηται, τότε οὐκ ἔμφρων ἐστίν → Whenever a poet is seated on the Muses' tripod, he is not in his senses
κατωμαγούλα και καταμαγούλα, ἡ (Μ)
φαγητό που παρασκευαζόταν από την κάτω σιαγόνα του χοίρου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κάτω + μαγούλα. Ο τ. καταμαγούλα με αφομοίωση].