κατωρυχής
From LSJ
οὕτως εἴη ἡμίν ὁ Θεός βοηθός καὶ τὸ ἱερὸν Αὐτοῦ Εὐαγγέλιον ὧδε ἐμφανισθέντα-ὁρκισθέντα → so help us God and Ηis holy Gospel the things here declared and sworn
[Seite 1407] s. κατῶρυξ, u. eben da κατώρυχα.
κατωρυχής: -ές, ἴδε κατῶρυξ.
κατωρυχής, -ές (Α)
βλ. κατώρυξ.