κερατογόνος

From LSJ

ὃς ἂν βούληται τῆν γῆν κινῆσαι κινησάτω τὸ πρῶτον ἑαυτόν → let him that would move the world first move himself

Source

Greek Monolingual

-ο, θηλ. και -α
αυτός που παράγει κερατοειδή ιστό.