κλειδοσάλπιγγα

From LSJ

Στέργει γὰρ οὐδεὶς ἄγγελον κακῶν ἐπῶν → No one loves the bearer of bad news

Sophocles, Antigone, 277

Greek Monolingual

η
μουσ. κλειδοκέρας.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κλείδα + σάλπιγγα. Η λ., στον λόγιο τ. κλειδοσάπιγξ, μαρτυρείται από το 1888 στην εφημερίδα Εφημερίς].