κλοτοπευτής
From LSJ
Νοεῖν γάρ ἐστι κρεῖττον καὶ σιγὴν ἔχειν → Bene iudicare maius est silentio → Klar denken ist ja besser und verschwiegen sein
Greek Monolingual
κλοτοπευτής, ὁ (Α) κλοτοπεύω
(κατά τον Ησύχ.) «ἐξαλλάκτης, ἀλαζών».
German (Pape)
ἐξαλλάκτης, ἀλαζών, Hesych.; s. a. κλοτοπεύω.