κοινάτο

From LSJ

Καλῶς πένεσθαι μᾶλλον (κρεῖττον) ἢ πλουτεῖν κακῶς → Inopia honesta potior opipus improbis → In Ehren arm ist besser als unehrlich reich

Menander, Monostichoi, 300

Greek Monolingual

το
συνεταιρισμός κτηνοτρόφων για τυροκομία.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κοινός + κατάλ. -άτο, πρβλ. συνδικάτο, ρηγάτο].