κοινοβιαρχία
From LSJ
Ὕπνος δὲ πάσης ἐστὶν ὑγίεια νόσου → Sopor est hominibus ipsa vitae sanitas → Genesung bringt von jeder Krankheit tiefer Schlaf
German (Pape)
[Seite 1467] ἡ, Amt des Vorigen, Eust.
Greek Monolingual
η (Μ κοινοβιαρχία) κοινοβιαρχώ
το αξίωμα και το έργο του κοινοβιαρχη.