κοινολόγηση
From LSJ
Φίλος με βλάπτων (λυπῶν) οὐδὲν ἐχθροῦ διαφέρει → Laedens amicus distat inimico nihil → Ein Freund, der schadet, ist ganz gelich mir einem Feind
Greek Monolingual
η
δημοσίευση, κοινοποίηση, γνωστοποίηση.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κοινολογῶ. Η λ. μαρτυρείται από το 1821 στο περιοδικό Λόγιος Ερμής].