κοντοποδαρούσα

From LSJ

δι' ἐμοῦ βασιλεῖς βασιλεύουσιν, καὶ οἱ δυνάσται γράφουσιν δικαιοσύνην → through me kings rule, and princes dictate justice (Proverbs 8:15, LXX version)

Source

Greek Monolingual

η
εκλεκτή ποικιλία της αχλαδιάς και του καρπού της, ο οποίος έχει κοντό και κάπως χονδρό μίσχο, αλλ. κοντούλα.
[ΕΤΥΜΟΛ. Θηλ. του κοντο-πόδαρος με εξειδικευμένη σημ. και την κατάλ. -ούσα (πρβλ. ξανθο-μαλλ-ούσα, χαμηλο-βλεπ-ούσα)].