κραμβίδιον
From LSJ
Δίκαιον εὖ πράττοντα μεμνῆσθαι θεοῦ → Die tuenda memoria in rebus bonis → Wenn es dir gut geht, denk an Gott, dies ist gerecht
English (LSJ)
τό, Dim. of κράμβη, Antiph. 6.
Greek (Liddell-Scott)
κραμβίδιον: τό, ὑποκορ. τοῦ κράμβη, κραμβίδιον ἐφθὸν χαρίεν ἀστεῖον πάνυ, «Ἀντιφάνης τὴν ῥάφανον κραμβίδιον λέγει» (Πολυδ΄, Δ΄, 54), Ἀντιφ. ἐν «Ἀγροίκῳ» 6.
Greek Monolingual
κραμβίδιον, τὸ (Α)
ραπανάκι («κραμβίδιον ἑφθὸν χαρίεν ἀστεῖον πάνυ», Αντιφάν.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < κράμβη + υποκορ. κατάλ. -ίδιον].
German (Pape)
τό, dim. von κράμβη; so nannte Antiphan. nach Poll. 6.54 den ῥάφανος; vgl. Arist. H.A. 5.19.