κρατί

From LSJ

Ῥῦσέ με δεινῶν νοσημάτων, ἱερώτατε, ἱερωσύνην συναρμόσας ἐν χαρᾷ και ἐπιστήμης τὸ πολύτιμον κεφάλαιον → Deliver me from grievous afflictions, most holy one, joining sanctity together in joy with the precious fountainhead of knowledge

Source

French (Bailly abrégé)

v. κράς.

Greek Monotonic

κρᾱτί: δοτ. του κράς.

Russian (Dvoretsky)

κρᾱτί: dat. к *κράς.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

κρατί dat. sing. van κράς.