θεὸς δ' ἁμαρτάνουσιν οὐ παρίσταται → God doesn't stand by those who do wrong → A peccatore sese numen segregat → Ein Gott steht denen, die da freveln, niemals bei
κτείνυμι (Α)
κτείνω.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κτάνυμι, που εμφανίζει τη συνεσταλμένη βαθμίδα κτα- και συνδέεται με αρχ. ινδ. ksa-nό-ti- «τραυματίζω» — το -ει- οφείλεται σε επίδραση του κτείνω, ἔκτεινα].
κτείνυμι en κτεινύω, ook geschreven κτίννυμι en κτιννύω, doden.