κυτταρόπλασμα

From LSJ

Ψυχῆς νοσούσης ἐστὶ φάρμακον λόγος → Sermo medela est animi ad aegrimonias → Der kranken Seele Heilungsmittel ist das Wort

Menander, Monostichoi, 550

Greek Monolingual

και κυτόπλασμα, το
βιολ. κύριο συστατικό ενός κυττάρου στο οποίο περιέχονται όλα τα κυτταρικά οργανίδια που διαφοροποιούνται από αυτό.
[ΕΤΥΜΟΛ. Ο τ. κυτταρόπλασμα είναι απόδοση στην ελλ. ελληνογενούς ξεν. όρου, πρβλ. αγγλ. cytoplasm < cyto- (βλ. κυτταρο-) + -plasm < νεολατ. plasma < πλάσμα. Ο τ. κυτόπλασμα είναι αντιδάνεια λ.].