κυτταρόπλασμα
From LSJ
Ψυχῆς νοσούσης ἐστὶ φάρμακον λόγος → Sermo medela est animi ad aegrimonias → Der kranken Seele Heilungsmittel ist das Wort
Greek Monolingual
και κυτόπλασμα, το
βιολ. κύριο συστατικό ενός κυττάρου στο οποίο περιέχονται όλα τα κυτταρικά οργανίδια που διαφοροποιούνται από αυτό.
[ΕΤΥΜΟΛ. Ο τ. κυτταρόπλασμα είναι απόδοση στην ελλ. ελληνογενούς ξεν. όρου, πρβλ. αγγλ. cytoplasm < cyto- (βλ. κυτταρο-) + -plasm < νεολατ. plasma < πλάσμα. Ο τ. κυτόπλασμα είναι αντιδάνεια λ.].