κόμμωση

From LSJ

Οὗτος Ἰουστῖνον καὶ Νεοβιγάστην στρατηγοὺς προβαλόμενος, καὶ τὰς Βρεττανίας ἐάσας, περαιοῦται ἅμα τῶν αὐτοῦ ἐπὶ Βονωνίαν → He appointed Justinus and Neovigastes as generals, and leaving Britain, crossed with his forces to Bononia.(Olympiodorus/Photius)

Source

Greek Monolingual

η (AM κόμμωσις) κομμώ (II)]
ευτρεπισμός της κόμης, καλλωπισμός του κεφαλιού, καλλωπιστικό χτένισμα
νεοελλ.
είδος χτενίσματος.