λιζόν
From LSJ
Full diacritics: λιζόν | Medium diacritics: λιζόν | Low diacritics: λιζόν | Capitals: ΛΙΖΟΝ |
Transliteration A: lizón | Transliteration B: lizon | Transliteration C: lizon | Beta Code: lizo/n |
λιζόν: «ἔλαττον» Ἡσύχ., πρβλ. λισσὸς ἐν τέλει.
λιζόν (Α)
(κατά τον Ησύχ.) «ἔλαττον».
[ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. συνδέεται με τον τ. ὄλιζον, ουδ. του ὀλ(ε)ίζων < ὀλίγος.