ὡς τὴν ἐπὶ θανάτῳ ἔξοδον ποιεῖσθαι → regard as going to execution, regard as the outmarch to death
λιπαρόσκηπτρος, -ον (Α)αυτός που έχει λαμπρό σκήπτρο.[ΕΤΥΜΟΛ. < λιπαρός «ελαιώδης-λαμπρός» + σκῆπτρον.