λιπογένεση

From LSJ

Λίαν φιλῶν σεαυτὸν οὐχ ἕξεις φίλον → Amans sui ipse nimis amicu'st nemini → Wer allzu sehr sich selbst liebt, findet keinen Freund

Menander, Monostichoi, 310

Greek Monolingual

η
φυσιολ. η παραγωγή λιποσωμάτων στους ζώντες οργανισμούς.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. lipogenesis < νεολατ. lipogenesis < lip(o)-(< λίπος) + genesis (< γένεση)].