Ῥᾷον παραινεῖν ἢ παθόντα καρτερεῖν → Patientiam suadere facile, non pati → Es spricht sich leichter zu, als stark zu sein im Leid
λοιπογραφῶ, -έω (Α)παρέχω αναβολή πληρωμής χρέους.[ΕΤΥΜΟΛ. < λοιπάς + -γραφῶ (< -γράφος < γράφω)].