καὶ οὐκ ἔστιν πᾶν πρόσφατον ὑπὸ τὸν ἥλιον → and there's nothing new under the sun (Eccl. 1:9 LXX)
(I)λωβῶ, -όω (AM) λώβαμσν.μέσ. λωβοῦμαι, -όομαιπροσβάλλομαι από λέπρα ή είμαι λεπρόςαρχ.(για τη λέπρα) ακρωτηριάζω. (II)λωβῶ, -άω και -έω (Α)βλ. λωβῶμαι.