μαγοδείκτης
From LSJ
Μαστιγίας ἔγχαλκος, ἀφόρητον κακόν → Pecuniosus verbero, malum maximum → Ein reicher Taugenichts, wie unerträglich schlimm
Greek Monolingual
μαγοδείκτης, ὁ (Μ)
ταχυδακτυλουργός.
Μαστιγίας ἔγχαλκος, ἀφόρητον κακόν → Pecuniosus verbero, malum maximum → Ein reicher Taugenichts, wie unerträglich schlimm
μαγοδείκτης, ὁ (Μ)
ταχυδακτυλουργός.