ἄδικον ἦν πλοῦτον ἔχειν παρὰ νόμον → it is unjust to have money against the law
ο,η1.αυτός που ασχολείται με τη μεταλλειολογία2. μηχανικός μεταλλείων.[ΕΤΥΜΟΛ. < μεταλλείο + -λόγος. Η λ. μαρτυρείται από το 1886 στην εφημερίδα Παλιγγενεσία].