μεταλλογράφος

From LSJ

καὶ ποιήσας φραγέλλιον ἐκ σχοινίων πάντας ἐξέβαλεν ἐκ τοῦ ἱεροῦ, τά τε πρόβατα καὶ τοὺς βόας → And having made a whip out of cords he drove all from the temple sheep and cattle

Source

Greek Monolingual

ο, η
αυτός που ασχολείται με τη μεταλλογραφία.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μέταλλο + -γράφος (< γράφω)].