μεταμώλιος
From LSJ
βωμὸν Ἀριστοτέλης ἱδρύσατο τόνδε Πλάτωνος, ἀνδρὸς ὃν οὐδ' αἰνεῖν τοῖσι κακοῖσι θέμις → Aristotle had this altar of Plato set up — Plato, a man whom the wicked dare not even mention in praise
English (LSJ)
μεταμώλιον, dub. l. for sq.
II = ἐμπόλεμος, Hsch.
German (Pape)
[Seite 150] schlechte Schreibart für das Folgde vor Wolf; Hesych. erkl. ἐμπόλεμος, von μῶλος.
Greek (Liddell-Scott)
μετᾰμώλιος: -ον, ἀμφίβολ. γραφὴ ἀντὶ τοῦ ἑπομ. ΙΙ. παρ’ Ἡσύχ. = ἐμπόλεμος.
Greek Monolingual
μεταμώλιος, -ον (Α)
(κατά τον Ησύχ.) «ἐμπόλεμος».