μετροταινία

From LSJ

Σοφὸς γὰρ οὐδείς, ὃς τὰ πάντα προσκοπεῖ → Omnia vel sapiens nemo est, qui prospexerit → Denn keinen Weisen gibt's, der alles sieht vorher

Menander, Monostichoi, 486

Greek Monolingual

η
λινή, πλαστική ή μεταλλική ταινία βαθμονομημένη σε μέτρα, εκατοστόμετρα και χιλιοστόμετρα που χρησιμοποιείται ως όργανο μέτρησης μήκους.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μέτρο + ταινία (πρβλ. μαγνητοταινία). Η λ. μαρτυρείται από το 1889 στην εφημερίδα Εφημερίς].