μοσχαράκι

From LSJ

σοὶ μὲν παιδιὰν τοῦτ' εἶναι, ἐμοὶ δὲ θάνατον → This is sport to you but death to me (Aristotle, Eudemian Ethics 1243a20)

Source

Greek Monolingual

το (Μ μοσχαράκι και μουσκαράκι)
1. μικρό μοσχάρι
2. μτφ. κουτούτσικος.