Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

μπρικέτα

From LSJ

Ποιητὴς, ὁπόταν ἐν τῷ τρίποδι τῆς Μούσης καθίζηται, τότε οὐκ ἔμφρων ἐστίν → Whenever a poet is seated on the Muses' tripod, he is not in his senses

Plato, Laws, 719c

Greek Monolingual

η
1. μικρό τούβλο
2. μικρή πλίνθος από πεπιεσμένη σκόνη λιθάνθρακα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < γαλλ. briquette, υποκορ. του γαλλ. brique «τούβλο»].