Ἡ γλῶσσ' ἁμαρτάνουσα τἀληθῆ λέγει → Inesse linquae veritas lapsae solet → Die Zunge, wenn sie in die Irre geht, spricht wahr
Full diacritics: μῠληθρίς | Medium diacritics: μυληθρίς | Low diacritics: μυληθρίς | Capitals: ΜΥΛΗΘΡΙΣ |
Transliteration A: mylēthrís | Transliteration B: mylēthris | Transliteration C: mylithris | Beta Code: mulhqri/s |
-ίδος, ἡ, = μυλακρίς ΙΙ, Poll.7.19.
μυληθρίς, -ίδος, ἡ (Α)
είδος σκαθαριού που ζει σε μύλους.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μύλη + επίθημα -θρίς (πρβλ. μυλωθρίς)].