Μακάριος, ὅστις μακαρίοις ὑπηρετεῖ → Beatus ille, cui beatus imperat → Glückselig, wer im Dienste bei Glücksel'gen steht
Full diacritics: μυττίς | Medium diacritics: μυττίς | Low diacritics: μυττίς | Capitals: ΜΥΤΤΙΣ |
Transliteration A: myttís | Transliteration B: myttis | Transliteration C: myttis | Beta Code: mutti/s |
ἡ, the ink of the cuttlefish, Hsch.; cf. μύτις.
μυττίς, ἡ (Α)
(κατά τον Ησύχ.) «τὸ μέλαν τῆς σηπίας, θολός».
[ΕΤΥΜΟΛ. Ο τ. συνδέεται πιθ. με τον τ. μύτις (βλ. και λ. μύτη)].