Θνητὸς πεφυκὼς τοὐπίσω πειρῶ βλέπειν → Homo natus id, quod instat, ut videas, age → Als sterblich Wesen mühe dich zu seh'n, was folgt
το (Μ μόλεμα) μολεύω1. μίανση, μόλυνση, μόλυσμα2. ρύπανση, λέρωμαμσν.λοιμός, επιδημία.