μώμιμος
From LSJ
Ξενία χαλεπὴ κατὰ πολλοὺς τρόπους → Gravis res multimodis peregrinatio → Die Fremde (Gastfreundschaft) ist in vieler Hinsicht eine Last
English (LSJ)
μώμιμον, blameful, τὸ μ. Stoic.2.62.
Greek Monolingual
μώμιμος, -ον (Α) μώμος
επίψογος, επίμεμπτος.