νήποδες

From LSJ

ὁ ναύτης ὁ ἐν τῇ νηῒ μένων βούλεται τοὺς τέτταρας φίλους ἰδεῖν → the sailor staying on the ship wants to see his four friends

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: νήποδες Medium diacritics: νήποδες Low diacritics: νήποδες Capitals: ΝΗΠΟΔΕΣ
Transliteration A: nḗpodes Transliteration B: nēpodes Transliteration C: nipodes Beta Code: nh/podes

English (LSJ)

ἰχθύες, Hsch.; cf. νέπους.

Greek Monolingual

νήποδες (Α)
(κατά τον Ησύχ.) «ἰχθύες».
[ΕΤΥΜΟΛ. < στερ. πρόθημα νη- + πούς, ποδός].