νηριτόφυλλος

From LSJ

Τοῦ ὅλου οὖν τῇ ἐπιθυμίᾳ καὶ διώξει ἔρως ὄνομα → Love is the name for our pursuit of wholeness, for our desire to be complete

Plato, Symposium, 192e10
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: νηρῐτόφυλλος Medium diacritics: νηριτόφυλλος Low diacritics: νηριτόφυλλος Capitals: ΝΗΡΙΤΟΦΥΛΛΟΣ
Transliteration A: nēritóphyllos Transliteration B: nēritophyllos Transliteration C: niritofyllos Beta Code: nhrito/fullos

English (LSJ)

νηριτόφυλλον, = πολύφυλλος, Hsch.

Greek Monolingual

νηριτόφυλλος, -ον (Α)
(κατά τον Ησύχ.) «πολύφυλλος».
[ΕΤΥΜΟΛ. < νήριτος «αναρίθμητος» + -φυλλος (< φύλλον), πρβλ. λευκό-φυλλος, μεγαλό-φυλλος].