νοσοφόρος

From LSJ

μεγάλα ὠφελήσεσθε πρὸς ἱστορίαν τῶν κοινῶν → that will be of great benefit to you in order to understand public affairs

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: νοσοφόρος Medium diacritics: νοσοφόρος Low diacritics: νοσοφόρος Capitals: ΝΟΣΟΦΟΡΟΣ
Transliteration A: nosophóros Transliteration B: nosophoros Transliteration C: nosoforos Beta Code: nosofo/ros

English (LSJ)

νοσοφόρον, disease-bringing; νοσηφόρος.

Greek Monolingual

-ο, θηλ. και -α
νοσογόνος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < νόσος + -φόρος. Η λ. μαρτυρείται από το 1870 στον Π. Τριανταφυλλίδη].