ντρόπιασμα
From LSJ
τὰ ἐς τὴν κοιλίην ἀποκρινόμενα → gastric secretions
Greek Monolingual
το ντροπιάζω
το αποτέλεσμα του ντροπιάζω, ταπείνωση, προσβολή, εξευτελισμός.
τὰ ἐς τὴν κοιλίην ἀποκρινόμενα → gastric secretions
το ντροπιάζω
το αποτέλεσμα του ντροπιάζω, ταπείνωση, προσβολή, εξευτελισμός.