ξυλοκόπη

From LSJ

εἰ μὴ ἦλθον καὶ ἐλάλησα αὐτοῖς, ἁμαρτίαν οὐκ εἶχον → if I had not come and spoken to them, they would not be guilty of sin

Source

Greek Monolingual

και ξυλοκόπα, η
εντομολ. γένος εντόμων της οικογένειας apidae, μεγάλων μονήρων σφηκών.