κρυπτάδια φρονέοντα δικαζέμεν → harbour secret counsels
-η, -ο (Α ομοιόφωνος, -ον)αυτός που έχει όμοια φωνή, που ηχεί όμοια. επίρρ...ομοιοφώνως (Α)με την ίδια φωνή.[ΕΤΥΜΟΛ. < ομοι(ο)- + -φωνος (< φωνή), πρβλ. ετερόφωνος].