ομφαλοπρόπτωση

From LSJ

Κρόνου καὶ Ἰαπετοῦ ἀρχαιότερος → more ancient than Cronos and Iapetus, ante-preadamite, antediluvian

Source

Greek Monolingual

η
ιατρ. πρόπτωση του ομφάλιου λώρου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ομφαλός + πρόπτωση].