μακάριοι οὓς ἐξελέξω καὶ προσελάβου → blessed are those that you have chosen and taken
ὀνοκόμος, ὁ (Α)αυτός που εκτρέφει όνους.[ΕΤΥΜΟΛ. < ὄνος + -κόμος (< κομῶ «φροντίζω»), πρβλ. βρεφοκόμος].