Ἔνεγκε λύπην καὶ βλάβην εὐσχημόνως → Damna ac dolores disce generose pati → Mit schicklichem Anstand trage Trauer und Verlust
ὀπωροφθισία, ἡ (Μ)το τέλος της εποχής της οπώρας.[ΕΤΥΜΟΛ. < ὀπώρα + φθίσις (< φθίνω) κατά τα θηλ. σε -ία].