οροσυγκόλληση
From LSJ
Δεῖ τοὺς φιλοῦντας πίστιν, οὐ λόγους ἔχειν → Non bene stat intra verba amicorum fides → Vertrauen müssen Freunde sich, viel reden nicht
Greek Monolingual
η
(μικρβλ.) η συγκόλληση μικροβίων και κυττάρων από τις συγκολλητίνες που περιέχει ο ορός του αίματος, αντίδραση η οποία χρησιμοποιείται στη διάγνωστη πολλών νόσων.