ορχεοειδή

From LSJ

Ἡ δ' ἁρπαγὴ μέγιστον ἀνθρώποις κακόν → Vitiorum hominibus pessimum est rapacitas → Der Menschen schlimmstes Laster ist die Gier nach Raub

Menander, Monostichoi, 212

Greek Monolingual

τα
βοτ. άλλη ονομασία της οικογένειας ορχεΐδες, που χρησιμοποιείται και ως συνώνυμο της τάξης ορχιδώδη, αλλ. ορχιοειδή.
[ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. μαρτυρείται από το 1845 στον Ι. Σκυλίσση].