Δρυὸς πεσούσης πᾶς ἀνὴρ ξυλεύεται → Quercu cadente, nemo ignatu abstinet → Fiel erst die Eiche, holt ein jeder Mann sich Holz
τοβοτ. ο καρπός της πεπονιάς.[ΕΤΥΜΟΛ. < πεπόν-ιον, υποκορ. του αρχ. πέπων, -ονος «ώριμος, μαλακός, γλυκός καρπός»].