περίδιο

From LSJ

ἄπαγ' ἐς μακαρίαν ἐκποδών → get lost, buzz off, on yer bike, bug off, bugger off, clear out, clear off, take a hike, beat it, scram, get out of here, get outta here

Source

Greek Monolingual

το, Ν (μυκητ.)
το εξωτερικό τοίχωμα ενός καρποφόρου.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. peridium (< πηρίδιον < πῆρα «θύλακος»)].