πετρογραφία

From LSJ

Οὔκ ἔστιν οὕτω μῶρος ὃς θανεῖν ἐρᾷ → No one is so foolish that they wish to die

Sophocles, Antigone, 220

Greek Monolingual

η, Ν
κλάδος της πετρολογίας που ασχολείται με τη μελέτη λεπτών τομών πετρωμάτων σε πετρογραφικό μικροσκόπιο.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. petrography < πέτρα + -γραφία. Η λ. μαρτυρείται από το 1876 στον Κ. Μητσόπουλο].